Τα παιδία δεν παίζει

Της Κοραλίας Τιμοθέου

Με τη λέξη «παιγνίδι», οι επιστήμονες ορίζουν τη δραστηριότητα κατά την οποία κάποιος περνά μη δομημένα, ελεύθερα και ευχάριστα το χρόνο του με άλλους.  Το παιγνίδι είναι προαιρετικό, διασκεδαστικό, δίνει την αίσθηση του «άσκοπου» και εμπεριέχει το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού.  Μας δίνει τη δυνατότητα να ξεχνάμε τον χρόνο και την ταυτότητα μας, τα προβλήματα και την πραγματικότητα. 

Γιατί το παιγνίδι παίζει ρόλο;

Το παιγνίδι μπορεί να φαίνεται εκ πρώτης όψεως επιπόλαιο αλλά έχει σημαντικά οφέλη.  Μας δίνει τη δυνατότητα να δοκιμάσουμε διάφορες δεξιότητες (όπως όταν προσποιούμαστε τους μάγειρες), να καλλιεργήσουμε την ταυτότητά μας (είμαι καλύτερος ηγέτης ή ομαδικός παίκτης;), να μάθουμε για τον κόσμο και τους φυσικούς του κανόνες (κτίζοντας κάστρα και τάφρους στην άμμο), να ξεχωρίσουμε ισορροπίες και όρια (όταν με κλωτσήσουν θα πονέσω, όταν με σπρώξουν θα πέσω) και να λύσουμε προβλήματα (πώς θα κάνω τον χαρταετό μου να πετάξει;).    Δεν πρέπει λοιπόν να μας ξενίζει το γεγονός ότι το παιγνίδι συσχετίζεται με τη δημιουργικότητα, τη μάθηση, την επίλυση προβλημάτων, την κοινωνικοποίηση, τη μείωση του άγχους και την ευτυχία.  Μελέτη έδειξε ότι ενήλικες με τάσεις παθολογικής βίας δεν έπαιζαν καθόλου όταν ήταν παιδιά*. 

Για τα παιδιά σήμερα παρατηρείται μια φθίνουσα τάση ως προς το χρόνο δημιουργικού παιγνιδιού.  Ο χρόνος παιγνιδιού έχει μειωθεί κατά 8 ώρες εβδομαδιαίως σε σύγκριση με είκοσι χρόνια πριν.  Παγκοσμίως, 30 000 σχολεία έχουν καταργήσει τα διαλείμματα.  Επιπλέον, ο χρόνος που τα παιδιά παίζουν σε υπαίθριους χώρος μειώθηκε κατά 50% μεταξύ του 1997 και του 2003**. 

Οι λόγοι για τις αλλαγές αυτές συνοψίζονται στη χρήση της τεχνολογίας, που καθηλώνει τα παιδιά στο σπίτι και στην ανάγκη των εργαζόμενων γονιών και των μονογονιών να προγραμματίζουν για τα παιδιά τους καθοδηγούμενες δραστηριότητες σε φροντιστήρια, λέσχες, ακαδημίες και άλλα επιτηρούμενα προγράμματα.  Ακόμα, λόγω της αβεβαιότητας που κυριαρχεί στην αγορά εργασίας, οι γονείς ωθούν τα παιδιά στην εστίαση σε καθαρά ακαδημαϊκούς στόχους με την ελπίδα ότι έτσι θα αντεπεξέλθουν αργότερα στις ανάγκες επιβίωσης και επαγγελματικής επιτυχίας.  Με αυτή την καλώς νοούμενη πρακτική γονιών και δασκάλων, στερούμε στα παιδιά μας τα οφέλη του μη δομημένου, μη καθοδηγούμενου, ευρηματικού, ανεξάρτητου, αυτοσχέδιου παιγνιδιού. 

Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τις μικρές ηλικίες κατά τις οποίες το παιγνίδι διαμορφώνει τον παιδικό εγκέφαλο.  Τα νήπια παίζουν αυθόρμητα με τις λέξεις, τους ήχους, τα πόδια και τα χέρια τους μέχρι να μάθουν να τα χρησιμοποιούν και να τα συντονίζουν.  Τα παιδάκια παίζουν στη γειτονιά κλέφτες κι αστυνόμους, κατάσκοπους και νεράιδες.  Στήνουν δικές τους μικρές κοινωνίες, σενάρια επιστημονικής φαντασίας.  Μαθαίνουν την ομαδικότητα.  «Τιμωρούν» τους παραβάτες αποκλείοντας τους για λίγο από το παιγνίδι, μαθαίνοντας να συμμορφώνονται όταν κάτι δεν αρέσει στην ομάδα.  Το παιγνίδι στις μικρές ηλικίες έχει συσχετιστεί με υψηλότερη γνωστική και συναισθηματική νοημοσύνη, δημιουργικότητα, μειωμένο άγχος, θετική στάση ζωής.  Τα σχολικά διαλείμματα αποδεδειγμένα βελτιώνουν τη συγκέντρωση και την ακαδημαϊκή επίδοση αφού δίνουν στους μαθητές τη δυνατότητα εναλλαγής περιβάλλοντός (από μέσα στην τάξη έξω στην αυλή) και την εναλλαγή δραστηριότητας (από καθιστοί και συγκεντρωμένοι, σε σωματική κίνηση και πνευματική ξεκούραση).  

Πως μπορούμε να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να παίζουν περισσότερο;

Κατ’ αρχήν να τα ενθαρρύνουμε και να αποφεύγουμε σχόλια όπως «το παιχνίδι είναι χάσιμο χρόνου».  Στη συνέχεια θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εξισορροπήσουμε το χρόνο επί της οθόνης με χρόνο σε κατασκευές, ελεύθερο παιγνίδι ή διάβασμα.  Να κάνουμε χρήση πάρκων και υπαίθριων παιδότοπων.  Εκτός από τα αθλήματα τα οποία είναι δομημένα παιγνίδια με κανόνες και καθοδήγηση, να αφήνουμε χρόνο στο δημιουργικό και αυθόρμητο παιγνίδι του οποίου τους κανόνες βάζουν τα ίδια τα παιδιά.  Στα σχολεία μπορούμε να δημιουργήσουμε μια πιο παιγνιώδη κουλτούρα μάθησης μέσα στην τάξη με πιο δημιουργικές και αυθόρμητες δραστηριότητες και με την καλλιέργεια ενός κλίματος «εξερεύνησης». 

Το παιχνίδι δεν είναι σημαντικό μόνο για τα παιδιά αλλά και για τους ενήλικες.  Μια πιο «ανάλαφρη» και «παιχνιδιάρικη» προσέγγιση στη ζωή, σε μικροπροβλήματα της καθημερινότητας αλλά και σε μικρο-διαπληκτισμούς και αντιπαραθέσεις μειώνει το άγχος, αυξάνει την ευεξία, τη δημιουργικότητα και την ικανότητα μας να αντεπεξέλθουμε στα εμπόδια που συναντούμε στο δρόμο μας.  Η συμμετοχή μας στα παιγνίδια των παιδιών είναι επίσης ωφέλιμη γιατί μας βάζει σε ρόλους που ποτέ δεν είχαμε και δεν θα έχουμε, οι οποίοι μας προσφέρουν διαφορετικές προοπτικές της ζωής.

Παί – ζω λοιπόν, για να εύ – ζω!

*Dacher Keltner, the Science of Happiness, edX Berkeley University of California

**David Elkind, Can we play?